Διαβήτης Κύησης: χαρακτηρίζεται από διαταραχή στο μεταβολισμό γλυκόζης, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην κύηση, συνήθως μετά την 24η εβδομάδα. Οφείλεται σε αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης, που δημιουργείται καθώς αναπτύσσεται ο πλακούντας, με αποτέλεσμα υπεργλυκαιμία της εγκύου. Γνωστοί παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη διαβήτου κύησης αποτελούν η ηλικία άνω των 35 ετών, η εμφάνιση διαβήτη σε προηγούμενη κύηση, η παχυσαρκία, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και το οικογενειακό ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη.
Γυναίκες με διαβήτη κύησης έχουν αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και στον τοκετό. Μπορεί να εμφανίσουν προεκλαμψία, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, υδράμνιο, ενώ έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 στο μέλλον. Από την άλλη, το έμβρυο μπορεί να παρουσιάσει μακροσωμία, υπασβεστιαιμία, ίκτερο, σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας πολυκυτταραιμία και υπογλυκαιμία μετά τον τοκετό ενώ έχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου, παχυσαρκίας και σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 στην ενήλικο ζωή του. Ο διαβήτης κύησης αντιμετωπίζεται αρχικά με αλλαγή της διατροφής. Στην περίπτωση που πάρα τη συνιστώμενη διατροφή, οι τιμές γλυκόζης παραμένουν υψηλές, χορηγείται ινσουλίνη.