Ο ενδοκρινολόγος εξειδικεύεται στα νοσήματα των ενδοκρινών αδένων, οι οποίοι παράγουν ορμόνες, που με τη σειρά τους ρυθμίζουν σημαντικές διεργασίες του οργανισμού, όπως ο μεταβολισμός, το αίσθημα πείνας, δίψας και πολλά άλλα. Είναι λοιπόν ο ειδικός, που μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή σε μια πληθώρα καταστάσεων. Ενδεικτικά, οι πιο συχνοί λόγοι για τους οποίους πρέπει να δείτε ενδοκρινολόγο είναι οι παρακάτω:
–Διαβήτης: οι διαβητικοί ασθενείς πρέπει σαφώς να απευθύνονται σε ενδοκρινολόγο, καθώς είναι ο πλέον αρμόδιος για τη ρύθμιση του σακχάρου, προτείνοντας την ανάλογη φαρμακευτική θεραπεία. Αποτέλεσμα της καλής ρύθμισης των επιπέδων σακχάρου, είναι η αποφυγή των σοβαρών επιπλοκών της νόσου, όπως είναι η πρόκληση καρδιαγγειακών συμβαμάτων (οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, αγγειοεγκεφαλικό επεισόδιο) ή η ανάπτυξη νεφρικής ανεπάρκειας.
–Παθήσεις θυρεοειδούς: η περίσσεια ή η ανεπάρκεια των θυρεοειδικών ορμονών, μπορεί να προκαλέσει πληθώρα συμπτωμάτων, όπως κόπωση, αλλαγές στο σωματικό βάρος, διαταραχές εμμήνου ρύσεως, υπογονιμότητα, μυική αδυναμία, διαταραχές του γαστρεντερικού και άλλα, γεγονός που καθιστά εξαιρετκά σημαντική την εκτίμηση από τον ενδοκρινολόγο, προκειμένου να χορηγηθεί η ανάλογη θεραπεία.
–Υπερτρίχωση ή δασυτριχισμός: η υπερτρίχωση που παρουσιάζουν αρκετές γυναίκες, σε σημεία του σώματος, όπως το πρόσωπο και η πλάτη, συνήθως είναι ορμονοεξαρτώμενη και οφείλεται στην περίσσεια ανδρογόνων ή ανεπάρκεια οιστρογόνων, γεγονός που σημαίνει ότι ο ενδοκρινολόγος είναι ο πλέον κατάλληλος για να χειριστεί αυτές τις καταστάσεις. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η υπερτρίχωση που συνδυάζεται με ακανόνιστη περίοδο ή ωοθηκικές κύστεις, πολύ συχνά αποτελεί κλινική έκφραση του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, που επίσης αποτελεί μια πολύ συχνή ενδοκρινική διαταραχή των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας.
–Υπογονιμότητα: η υπογονιμότητα, δηλαδή η αδυναμία σύλληψης και επίτευξης κύυησης μπορεί επίσης να οφείλεται σε ενδοκρινικά αίτια, πράγμα που καθιστά τον ενδοκρινολόγο εξαιρετικά σημαντικό στη διερεύνηση και την αντιμετώπιση τής.
–Εμμηνόπαυση: η εμμηνόπαυση είναι μια κατάσταση, που ως γνωστόν συχνά χαρακτηρίζεται από συμπτώματα, όπως εξάψεις, εφιδρώσεις, αυπνία, ευερεθιστότητα και διαταραχές μνήμης. Ο ενδοκρινολόγος είναι ο πλέον κατάλληλος για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων αυτών, καθώς όταν αυτά είναι τέτοιας έντασης, που να χαλούν την ποιότητα ζωής, χορηγεί θεραπείες υποκατάστασης, που οδηγούν σε ύφεση αυτών.
–Οστεοπόρωση: αξίζει να σημειωθεί ότι η οστεοπόρωση, που ως επί το πλείστον αποτελεί επακόλουθο της εμμηνόπαυσης λόγω της ραγδαίας πτώσης των οιστρογόνων, μπορεί επίσης να αντιμετωπισθεί από τον ενδοκρινολόγο, με τη χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης d και ασβεστίου, αλλά και αντιοστεοπορωτικής αγωγής, εφόσον βέβαια κριθεί αναγκαίο από τον υπολογισμό του καταγματικού κινδύνου και την μέτρηση οστικής πυκνότητας.